Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σαγηναῖος
σαγηνευτήρ
σαγηνεύω
σαγήνη
σαγηνοβόλος
σαγηνόδετος
σαγή
σαγηφορέω
σάγμα
σάγος
Σαδδουκαῖοι
σαθρός
σαίνω
σαίρω
σακέσπαλος
σακεσφόρος
σακκίον
σακκογενειοτρόφος
σάκκος
σάκος
σάκτας
View word page
Σαδδουκαῖοι
Σαδδουκαῖοι Σαδδουκαῖοι, οἱ, Sadducees, name of a Jewish sect, NTest.
ShortDef
Sadducees
Debugging
Headword:
Σαδδουκαῖοι
Headword (normalized):
σαδδουκαῖοι
Headword (normalized/stripped):
σαδδουκαιοι
IDX:
29230
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29264
Key:
*saddoukai=oi
Data
{'content': 'Σαδδουκαῖοι\n Σαδδουκαῖοι, οἱ,\n Sadducees, name of a Jewish sect, NTest.', 'key': '*saddoukai=oi'}