Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀνθυπουργέω
ἀνθυφίσταμαι
ἀνιάζω
ἀνιάομαι
ἀνία
ἁνία
ἀνιαρός
ἀνίατος
ἀνιάχω
ἀνιάω
ἀνιδρωτί
ἀνίδρωτος
ἀνίερος
ἀνιερόω
ἀνίημι
ἀνίκανος
ἀνικέτευτος
ἀνίκητος
ἀνίλεως
ἀνιμάω
ἄνιος
View word page
ἀνιδρωτί
ἀνιδρωτί ἱδρόω without sweat: metaph. without toil, Il.: lazily, slowly, Xen.
ShortDef
without sweat
Debugging
Headword:
ἀνιδρωτί
Headword (normalized):
ἀνιδρωτί
Headword (normalized/stripped):
ανιδρωτι
IDX:
2920
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2921
Key:
a)nidrwti/
Data
{'content': 'ἀνιδρωτί\n ἱδρόω\n without sweat: metaph. without toil, Il.: lazily, slowly, Xen.', 'key': 'a)nidrwti/'}