Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀνθύπειξις
ἀνθυπηρετέω
ἀνθυποκρίνομαι
ἀνθυπόμνυμαι
ἀνθυποπτεύω
ἀνθυπουργέω
ἀνθυφίσταμαι
ἀνιάζω
ἀνιάομαι
ἀνία
ἁνία
ἀνιαρός
ἀνίατος
ἀνιάχω
ἀνιάω
ἀνιδρωτί
ἀνίδρωτος
ἀνίερος
ἀνιερόω
ἀνίημι
ἀνίκανος
View word page
ἁνία
ἁνία Doric for ἡνία a rein.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἁνία
Headword (normalized):
ἁνία
Headword (normalized/stripped):
ανια
IDX:
2915
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2916
Key:
a(ni/a
Data
{'content': 'ἁνία\n Doric for ἡνία\n a rein.', 'key': 'a(ni/a'}