Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ῥιπτάζω
ῥιπτός
ῥίπτω
ῥίς
ῥίψασπις
ῥῖψις
ῥιψοκίνδυνος
ῥίψοπλος
ῥίψ
ῥόα
ῥοδάνη
ῥοδανός
ῥόδεος
ῥοδῆ
Ῥοδιακός
ῥοδοδάκτυλος
ῥοδοειδής
ῥοδόεις
ῥοδόμηλον
ῥόδον
ῥοδόπηχυς
View word page
ῥοδάνη
ῥοδάνη ῥοδάνη (ᾰ), ἡ, the woof or weft, Batr. from ῥοδᾰνός
ShortDef
the woof
Debugging
Headword:
ῥοδάνη
Headword (normalized):
ῥοδάνη
Headword (normalized/stripped):
ροδανη
IDX:
29102
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29136
Key:
r(oda/nh
Data
{'content': 'ῥοδάνη\n ῥοδάνη (ᾰ), ἡ,\n the woof or weft, Batr.\n from ῥοδᾰνός', 'key': 'r(oda/nh'}