Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ῥιζοβολέω
ῥιζοβόλος
ῥιζόθεν
ῥιζοτόμος
ῥιζοφαγέω
ῥιζοφάγος
ῥιζόω
ῥίζωμα
ῥιζωρύχος
ῥίζωσις
ῥικνός
ῥίμφα
ῥιμφάρματος
ῥινάω
ῥινεγκαταπηξιγένειος
ῥινηλατέω
ῥινηλάτης
ῥίνη
ῥινόβολος
ῥινόκερως
ῥινόν
View word page
ῥικνός
ῥικνός .ῥικνός, ή, όν shrivelled with cold: generally, shrivelled, crooked, Hhymn., Anth.
ShortDef
shrivelled with cold
Debugging
Headword:
ῥικνός
Headword (normalized):
ῥικνός
Headword (normalized/stripped):
ρικνος
IDX:
29073
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29107
Key:
r(ikno/s
Data
{'content': 'ῥικνός\n .ῥικνός, ή, όν\n shrivelled with cold: generally, shrivelled, crooked, Hhymn., Anth.', 'key': 'r(ikno/s'}