Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀνθρωποφυής
ἀνθυβρίζω
ἀνθυπάγω
ἀνθυπατεύω
ἀνθυπατικός
ἀνθύπατος
ἀνθυπείκω
ἀνθύπειξις
ἀνθυπηρετέω
ἀνθυποκρίνομαι
ἀνθυπόμνυμαι
ἀνθυποπτεύω
ἀνθυπουργέω
ἀνθυφίσταμαι
ἀνιάζω
ἀνιάομαι
ἀνία
ἁνία
ἀνιαρός
ἀνίατος
ἀνιάχω
View word page
ἀνθυπόμνυμαι
ἀνθυπόμνυμαι Mid. to make a counter-affidavit, Dem.

ShortDef

to make a counter-affidavit

Debugging

Headword:
ἀνθυπόμνυμαι
Headword (normalized):
ἀνθυπόμνυμαι
Headword (normalized/stripped):
ανθυπομνυμαι
IDX:
2908
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2909
Key:
a)nqupo/mnumai

Data

{'content': 'ἀνθυπόμνυμαι\n Mid. to make a counter-affidavit, Dem.', 'key': 'a)nqupo/mnumai'}