Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἄνθρωπος
ἀνθρωποσφαγέω
ἀνθρωποφαγέω
ἀνθρωποφαγία
ἀνθρωποφάγος
ἀνθρωποφυής
ἀνθυβρίζω
ἀνθυπάγω
ἀνθυπατεύω
ἀνθυπατικός
ἀνθύπατος
ἀνθυπείκω
ἀνθύπειξις
ἀνθυπηρετέω
ἀνθυποκρίνομαι
ἀνθυπόμνυμαι
ἀνθυποπτεύω
ἀνθυπουργέω
ἀνθυφίσταμαι
ἀνιάζω
ἀνιάομαι
View word page
ἀνθύπατος
ἀνθύπατος a proconsul, Lat. pro consule, Polyb., etc.
ShortDef
a proconsul
Debugging
Headword:
ἀνθύπατος
Headword (normalized):
ἀνθύπατος
Headword (normalized/stripped):
ανθυπατος
IDX:
2903
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2904
Key:
a)nqu/patos
Data
{'content': 'ἀνθύπατος\n a proconsul, Lat. pro consule, Polyb., etc.', 'key': 'a)nqu/patos'}