Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πύξινος
πυξίον
πυξίς
πύξος
πύξ
πυός
πύππαξ
πυράγρα
πυραγρέτης
πυρακτέω
πυραμίς
πυραμοῦς
πυρά
πυραυγής
πυργηδόν
πυργηρέομαι
πυργήρης
πυργίδιον
πύργινος
πυργοδάϊκτος
πυργομαχέω
View word page
πυραμίς
πυραμίς πῡρᾰμίς, ίδος, ἡ, a pyramid, Hdt. Prob. an Egypt. word.

ShortDef

a pyramid

Debugging

Headword:
πυραμίς
Headword (normalized):
πυραμίς
Headword (normalized/stripped):
πυραμις
IDX:
28793
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28826
Key:
purami/s

Data

{'content': 'πυραμίς\n πῡρᾰμίς, ίδος, ἡ,\n a pyramid, Hdt.\n Prob. an Egypt. word.', 'key': 'purami/s'}