Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Πυθῶθεν
Πυθῶνάδε
Πυθωνόθεν
Πυθών
Πύθων
Πυθώ
πύθω
πυκάεις
πυκάζω
πύκα
πυκιμηδής
πυκινόφρων
πυκνίτης
πυκνόπτερος
πυκνορράξ
πυκνός
πυκνόστικτος
πυκνότης
πυκνόω
πύκνωμα
πυκτεύω
View word page
πυκιμηδής
πυκιμηδής πῠκῐ-μηδής, ές πύκα, μῆδος of close or cautious mind, shrewd, Hom.

ShortDef

of close or cautious mind, shrewd

Debugging

Headword:
πυκιμηδής
Headword (normalized):
πυκιμηδής
Headword (normalized/stripped):
πυκιμηδης
IDX:
28738
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28771
Key:
pukimhdh/s

Data

{'content': 'πυκιμηδής\n πῠκῐ-μηδής, ές\n πύκα, μῆδος\n of close or cautious mind, shrewd, Hom.', 'key': 'pukimhdh/s'}