πτιλωτός
πτιλωτός
πτῐλωτός, ή, όν
πτίλον
with membranous wings, opp. to πτερωτός, Arist.
{
"content": "πτιλωτός\n πτῐλωτός, ή, όν\n πτίλον\n with membranous wings, opp. to πτερωτός, Arist.",
"key": "ptilwto/s"
}