Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πτεροφύτωρ
πτερόω
πτερυγίζω
πτερύγιον
πτερυγωτός
πτέρυξ
πτερύσσομαι
πτέρωμα
πτέρωσις
πτερωτός
πτηνολέτις
πτηνός
πτῆσις
πτήσσω
πτίλον
πτιλόνωτος
πτιλωτός
πτισάνη
πτίσσω
πτιστής
πτόα
View word page
πτηνολέτις
πτηνολέτις πτην-ολέτις, ιδος, ἡ, ὄλλυμι bird-killing, Anth.

ShortDef

bird-killing

Debugging

Headword:
πτηνολέτις
Headword (normalized):
πτηνολέτις
Headword (normalized/stripped):
πτηνολετις
IDX:
28647
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28680
Key:
pthnole/tis

Data

{'content': 'πτηνολέτις\n πτην-ολέτις, ιδος, ἡ,\n ὄλλυμι\n bird-killing, Anth.', 'key': 'pthnole/tis'}