Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πρωτότομος
πρωὐδᾶν
πταίρω
πταῖσμα
πταίω
πτάξ
πταρμός
πτάρνυμαι
πτελέα
πτέρινος
πτερίσκος
πτέρνα
Πτερνογλύφος
Πτερνοτρώκτης
Πτερνοφάγος
πτεροδόνητος
πτερόεις
πτερόν
πτεροποίκιλος
πτερόπους
πτερορρυέω
View word page
πτερίσκος
πτερίσκος πτερίσκος, ὁ, Dim. of πτερόν, Babr.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πτερίσκος
Headword (normalized):
πτερίσκος
Headword (normalized/stripped):
πτερισκος
IDX:
28624
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28657
Key:
pteri/skos
Data
{'content': 'πτερίσκος\n πτερίσκος, ὁ,\n Dim. of πτερόν, Babr.', 'key': 'pteri/skos'}