Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πρόχνυ
προχόη
προχοή
προχοΐς
πρόχοος
προχορεύω
προχρίω
πρόχρονος
πρόχυσις
προχύται
προχύτης
προχυτός
πρόχωλος
προχωρέω
προωθέω
προώλης
πρόωρος
πρυλέες
πρυμναῖος
πρύμνα
Πρυμνεύς
View word page
προχύτης
προχύτης προ-χύτης (ῠ), ου, ὁ, = πρόχοος an urn for libations, Eur.

ShortDef

an urn

Debugging

Headword:
προχύτης
Headword (normalized):
προχύτης
Headword (normalized/stripped):
προχυτης
IDX:
28548
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28581
Key:
proxu/ths

Data

{'content': 'προχύτης\n προ-χύτης (ῠ), ου, ὁ,\n = πρόχοος\n an urn for libations, Eur.', 'key': 'proxu/ths'}