Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προσυγγίγνομαι
προσυμμίσγω
προσυνοικέω
προσυπάρχω
προσυπέχω
προσφάγιον
πρόσφαγμα
προσφάζω
προσφαίνομαι
πρόσφατος
προσφερής
προσφέρω
προσφεύγω
προσφευκτέος
πρόσφημι
προσφθέγγομαι
προσφθεγκτός
πρόσφθεγμα
πρόσφθογγος
προσφθονέω
προσφίλεια
View word page
προσφερής
προσφερής προσφερής, ές προσφέρω brought near, approaching: metaph. resembling, similar, τινι Hdt., Aesch., etc.; τὸ σῶμα προσφερὴς τῇ ψυχῇ Plat.:—rarely c. gen., πατρὸς προσφερεῖς ὀμμάτων Eur.; cf. ἐμφερής. = πρόσφορος, serviceable, τινι Hdt.

ShortDef

brought near, approaching

Debugging

Headword:
προσφερής
Headword (normalized):
προσφερής
Headword (normalized/stripped):
προσφερης
IDX:
28388
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28421
Key:
prosferh/s

Data

{'content': 'προσφερής\n προσφερής, ές\n προσφέρω\n brought near, approaching: metaph. resembling, similar, τινι Hdt., Aesch., etc.; τὸ σῶμα προσφερὴς τῇ ψυχῇ Plat.:—rarely c. gen., πατρὸς προσφερεῖς ὀμμάτων Eur.; cf. ἐμφερής. \n = πρόσφορος, serviceable, τινι Hdt.', 'key': 'prosferh/s'}