Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
προστατήριος
προστάτης
προστατικός
προστάτις
προσταυρόω
προστειχίζω
προστεκταίνομαι
προστελέω
προστέλλω
προστένω
προστερνίδιον
πρόστερνος
προστέρπω
προστεχνάομαι
προστήκομαι
προστίθημι
προστιλάω
προστιμάω
προστίμημα
προστραγῳδέω
προστρέπω
View word page
προστερνίδιον
προστερνίδιον προ-στερνίδιον, ου, τό, στέρνον a covering for the breast, of horses, Xen.
ShortDef
a covering for the breast, of horses
Debugging
Headword:
προστερνίδιον
Headword (normalized):
προστερνίδιον
Headword (normalized/stripped):
προστερνιδιον
IDX:
28357
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28390
Key:
prosterni/dion
Data
{'content': 'προστερνίδιον\n προ-στερνίδιον, ου, τό,\n στέρνον\n a covering for the breast, of horses, Xen.', 'key': 'prosterni/dion'}