Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προστατεία
προστατεύω
προστατέω
προστατήριος
προστάτης
προστατικός
προστάτις
προσταυρόω
προστειχίζω
προστεκταίνομαι
προστελέω
προστέλλω
προστένω
προστερνίδιον
πρόστερνος
προστέρπω
προστεχνάομαι
προστήκομαι
προστίθημι
προστιλάω
προστιμάω
View word page
προστελέω
προστελέω fut. έσω to pay or spend besides, Xen.

ShortDef

to pay

Debugging

Headword:
προστελέω
Headword (normalized):
προστελέω
Headword (normalized/stripped):
προστελεω
IDX:
28354
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28387
Key:
prostele/w

Data

{'content': 'προστελέω\n fut. έσω\n to pay or spend besides, Xen.', 'key': 'prostele/w'}