προστατικός
προστατικός
προστᾰτικός, ή, όν
of or for a προστάτης (signf. II) Plat.
of or for rank or honour, Polyb.
{
"content": "προστατικός\n προστᾰτικός, ή, όν\n of or for a προστάτης (signf. II) Plat.\n of or for rank or honour, Polyb.",
"key": "prostatiko/s"
}