Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πρόσσοθεν
προσσοτέρω
προσστάζω
προσσταυρόω
προσστείχω
προσστέλλω
προσστρατοπεδεύω
προσσυκοφαντέω
προσσυμβάλλομαι
προσσυνοικέω
προσσφάζω
προσσωρεύω
πρόσταγμα
προστακτέος
προστακτικός
προστακτός
προσταλαιπωρέω
πρόσταξις
προστασία
πρόστασις
προστάσσω
View word page
προσσφάζω
προσσφάζω or -ττω to slay at a place, c. dat., Plut.

ShortDef

to slay at

Debugging

Headword:
προσσφάζω
Headword (normalized):
προσσφάζω
Headword (normalized/stripped):
προσσφαζω
IDX:
28333
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28366
Key:
prossfa/zw

Data

{'content': 'προσσφάζω\n or -ττω\n to slay at a place, c. dat., Plut.', 'key': 'prossfa/zw'}