Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προσορμίζομαι
προσόρμισις
πρόσορμος
προσορχέομαι
προσουδίζω
προσουρέω
πρόσουρος
προσοφείλω
προσοφλισκάνω
προσοχή
προσόψιος
πρόσοψις
προσπαίζω
πρόσπαιος
προσπαλαίω
Προσπαλτόθεν
προσπαραγράφω
προσπαρακαλέω
προσπαραμένω
προσπαρασκευάζω
προσπαρατίθημι
View word page
προσόψιος
προσόψιος προσ-όψιος, ον, like ἐπ-όψιος, full in view, Soph.

ShortDef

full in view

Debugging

Headword:
προσόψιος
Headword (normalized):
προσόψιος
Headword (normalized/stripped):
προσοψιος
IDX:
28254
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28287
Key:
proso/yios

Data

{'content': 'προσόψιος\n προσ-όψιος, ον,\n like ἐπ-όψιος, full in view, Soph.', 'key': 'proso/yios'}