Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
προσκαταισχύνω
προσκατακλείω
προσκαταλέγω
προσκαταλείπω
προσκαταλλάττομαι
προσκατανέμω
προσκαταριθμέω
προσκατασκευάζω
προσκατασύρω
προσκατατάσσω
προσκατατίθημι
προσκατηγορέω
πρόσκειμαι
προσκερδαίνω
προσκεφάλαιον
προσκηδής
προσκηρυκεύομαι
προσκηρύσσω
προσκιγκλίζομαι
προσκλάομαι
προσκληρόω
View word page
προσκατατίθημι
προσκατατίθημι fut. -θήσω to pay down besides or as a further deposit, Ar.
ShortDef
to pay down besides
Debugging
Headword:
προσκατατίθημι
Headword (normalized):
προσκατατίθημι
Headword (normalized/stripped):
προσκατατιθημι
IDX:
28133
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28166
Key:
proskatati/qhmi
Data
{'content': 'προσκατατίθημι\n fut. -θήσω\n to pay down besides or as a further deposit, Ar.', 'key': 'proskatati/qhmi'}