Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
προσκαρτερέω
προσκαρτέρησις
προσκαταβαίνω
προσκατάβλημα
προσκαταγιγνώσκω
προσκαταισχύνω
προσκατακλείω
προσκαταλέγω
προσκαταλείπω
προσκαταλλάττομαι
προσκατανέμω
προσκαταριθμέω
προσκατασκευάζω
προσκατασύρω
προσκατατάσσω
προσκατατίθημι
προσκατηγορέω
πρόσκειμαι
προσκερδαίνω
προσκεφάλαιον
προσκηδής
View word page
προσκατανέμω
προσκατανέμω fut. -νεμῶ to assign besides, Plut.
ShortDef
to assign besides
Debugging
Headword:
προσκατανέμω
Headword (normalized):
προσκατανέμω
Headword (normalized/stripped):
προσκατανεμω
IDX:
28128
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28161
Key:
proskatane/mw
Data
{'content': 'προσκατανέμω\n fut. -νεμῶ\n to assign besides, Plut.', 'key': 'proskatane/mw'}