Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προσήγορος
προσηκόντως
προσήκω
προσήλιος
προσηλόω
προσήλυτος
πρόσημαι
προσημαίνω
προσημασία
προσήνεμος
προσηνής
προσηχέω
προσηῷος
προσθακέω
πρόσθεν
πρόσθεσις
προσθετέος
πρόσθετος
προσθέω
προσθήκη
πρόσθημα
View word page
προσηνής
προσηνής προσ-ηνής, Doric προσ-ᾱνής, and ποτ-ᾱνής, ές soft, gentle, kindly, Pind.; προσηνές τι λέγειν Thuc. c. dat., λύχνῳ προσηνές, i. e. suitable for burning, Hdt. (For deriv., v. ἀπηνής adv. -νῶς, Theophr.

ShortDef

soft, gentle, kindly

Debugging

Headword:
προσηνής
Headword (normalized):
προσηνής
Headword (normalized/stripped):
προσηνης
IDX:
28083
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28116
Key:
proshnh/s

Data

{'content': 'προσηνής\n προσ-ηνής, Doric προσ-ᾱνής, and ποτ-ᾱνής, ές\n soft, gentle, kindly, Pind.; προσηνές τι λέγειν Thuc.\n c. dat., λύχνῳ προσηνές, i. e. suitable for burning, Hdt. (For deriv., v. ἀπηνής \n adv. -νῶς, Theophr.', 'key': 'proshnh/s'}