Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προσζεύγνυμι
προσζημιόω
πρόσηβος
προσηγορέω
προσηγόρημα
προσηγορία
προσηγορικός
προσήγορος
προσηκόντως
προσήκω
προσήλιος
προσηλόω
προσήλυτος
πρόσημαι
προσημαίνω
προσημασία
προσήνεμος
προσηνής
προσηχέω
προσηῷος
προσθακέω
View word page
προσήλιος
προσήλιος προσ-ήλιος, ον, towards the sun, exposed to the sun, sunny, Xen.

ShortDef

towards the sun, exposed to the sun, sunny

Debugging

Headword:
προσήλιος
Headword (normalized):
προσήλιος
Headword (normalized/stripped):
προσηλιος
IDX:
28076
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28109
Key:
prosh/lios

Data

{'content': 'προσήλιος\n προσ-ήλιος, ον,\n towards the sun, exposed to the sun, sunny, Xen.', 'key': 'prosh/lios'}