Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προσέσπερος
προσεταιρίζομαι
προσεταιριστός
προσέτι
προσευθύνω
προσευπορέω
προσευρίσκω
προσευχή
προσεύχομαι
προσεφέλκομαι
προσεχής
προσέχω
προσεῷος
προσζεύγνυμι
προσζημιόω
πρόσηβος
προσηγορέω
προσηγόρημα
προσηγορία
προσηγορικός
προσήγορος
View word page
προσεχής
προσεχής προσεχής, ές προσέχω of Place, next to, πρ. ἑστάναι τινί in battle, Hdt.:—in geogr. sense, bordering upon, marching with, adjoining, c. dat., Hdt.; οἱ προσεχέες their next neighbours, Hdt. exposed to the wind, Strab.

ShortDef

next to

Debugging

Headword:
προσεχής
Headword (normalized):
προσεχής
Headword (normalized/stripped):
προσεχης
IDX:
28063
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28096
Key:
prosexh/s

Data

{'content': 'προσεχής\n προσεχής, ές\n προσέχω\n of Place, next to, πρ. ἑστάναι τινί in battle, Hdt.:—in geogr. sense, bordering upon, marching with, adjoining, c. dat., Hdt.; οἱ προσεχέες their next neighbours, Hdt.\n exposed to the wind, Strab.', 'key': 'prosexh/s'}