Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
προσεργάζομαι
πρόσεργον
προσερείδω
προσερέσθαι
προσερεύγομαι
προσερέω
προσερίζω
προσέρπω
προσέρχομαι
προσερωτάω
προσεσπέριος
προσέσπερος
προσεταιρίζομαι
προσεταιριστός
προσέτι
προσευθύνω
προσευπορέω
προσευρίσκω
προσευχή
προσεύχομαι
προσεφέλκομαι
View word page
προσεσπέριος
προσεσπέριος προσ-εσπέριος, ον, towards the west, western, Polyb.
ShortDef
towards the west, western
Debugging
Headword:
προσεσπέριος
Headword (normalized):
προσεσπέριος
Headword (normalized/stripped):
προσεσπεριος
IDX:
28052
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28085
Key:
prosespe/rios
Data
{'content': 'προσεσπέριος\n προσ-εσπέριος, ον,\n towards the west, western, Polyb.', 'key': 'prosespe/rios'}