Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πρόσειμι
προσεῖπον
προσεισπράσσω
προσείω
προσεκβάλλω
προσεκπέμπω
προσεκπυρόω
προσεκτέος
προσεκτικός
προσεκτίλλω
προσεκτίνω
προσεκχλευάζω
προσελαύνω
προσέλκω
προσελλείπω
προσεμβαίνω
προσεμβάλλω
προσεμβλέπω
προσεμπικραίνομαι
προσεμφερής
προσενεχυράζω
View word page
προσεκτίνω
προσεκτίνω fut. -τίσω to pay in addition, Plut.

ShortDef

to pay in addition

Debugging

Headword:
προσεκτίνω
Headword (normalized):
προσεκτίνω
Headword (normalized/stripped):
προσεκτινω
IDX:
27987
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n28020
Key:
prosekti/nw

Data

{'content': 'προσεκτίνω\n fut. -τίσω\n to pay in addition, Plut.', 'key': 'prosekti/nw'}