Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
προσδιαμαρτυρέω
προσδιανέμω
προσδιαπράσσω
προσδιασαφέω
προσδιαφθείρω
προσδιδάσκω
προσδίδωμι
προσδιηγέομαι
προσδικάζω
προσδιορθόω
προσδιορίζω
προσδοκάω
προσδοκέω
προσδοκητός
προσδοκία
προσδόκιμος
προσεάω
προσεγγίζω
προσεγγράφω
προσεγγυάομαι
προσεγκελεύομαι
View word page
προσδιορίζω
προσδιορίζω fut. Attic ιῶ to define or specify besides, Dem.:—so in Mid., Arist.
ShortDef
to define
Debugging
Headword:
προσδιορίζω
Headword (normalized):
προσδιορίζω
Headword (normalized/stripped):
προσδιοριζω
IDX:
27953
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27986
Key:
prosdiori/zw
Data
{'content': 'προσδιορίζω\n fut. Attic ιῶ\n to define or specify besides, Dem.:—so in Mid., Arist.', 'key': 'prosdiori/zw'}