Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προσδέω
προσδέω
προσδηλέομαι
προσδιαβάλλω
προσδιαιρέω
προσδιαλέγομαι
προσδιαμαρτυρέω
προσδιανέμω
προσδιαπράσσω
προσδιασαφέω
προσδιαφθείρω
προσδιδάσκω
προσδίδωμι
προσδιηγέομαι
προσδικάζω
προσδιορθόω
προσδιορίζω
προσδοκάω
προσδοκέω
προσδοκητός
προσδοκία
View word page
προσδιαφθείρω
προσδιαφθείρω fut. -φθερῶ to destroy besides, Soph.: —Pass. to perish besides, Isocr.

ShortDef

to destroy besides

Debugging

Headword:
προσδιαφθείρω
Headword (normalized):
προσδιαφθείρω
Headword (normalized/stripped):
προσδιαφθειρω
IDX:
27947
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27980
Key:
prosdiafqei/rw

Data

{'content': 'προσδιαφθείρω\n fut. -φθερῶ\n to destroy besides, Soph.: —Pass. to perish besides, Isocr.', 'key': 'prosdiafqei/rw'}