Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
προσαποπέμπω
προσαπορέω
προσαποστέλλω
προσαποστερέω
προσαποτιμάω
προσαποτίνω
προσαποφέρω
προσαπτέος
προσάπτω
προσαραρίσκω
προσαράσσω
προσαρκέω
προσάρκτιος
προσαρμόζω
προσαρτάω
προσατιμόομαι
προσαυαίνομαι
προσαυδάω
προσαύλειος
προσαύω
προσαφαιρέω
View word page
προσαράσσω
προσαράσσω Attic -ττω fut. ξω to dash against, πρ. ναῦς σκοπέλοις Plut.
ShortDef
to dash against
Debugging
Headword:
προσαράσσω
Headword (normalized):
προσαράσσω
Headword (normalized/stripped):
προσαρασσω
IDX:
27899
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27932
Key:
prosara/ssw
Data
{'content': 'προσαράσσω\n Attic -ττω\n fut. ξω\n to dash against, πρ. ναῦς σκοπέλοις Plut.', 'key': 'prosara/ssw'}