Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προσαποβάλλω
προσαποδείκνυμι
προσαποδίδωμι
προσαποκρίνομαι
προσαποκτείνω
προσαπόλλυμι
προσαποπέμπω
προσαπορέω
προσαποστέλλω
προσαποστερέω
προσαποτιμάω
προσαποτίνω
προσαποφέρω
προσαπτέος
προσάπτω
προσαραρίσκω
προσαράσσω
προσαρκέω
προσάρκτιος
προσαρμόζω
προσαρτάω
View word page
προσαποτιμάω
προσαποτιμάω fut. ήσω to estimate besides, Dem.

ShortDef

to estimate besides

Debugging

Headword:
προσαποτιμάω
Headword (normalized):
προσαποτιμάω
Headword (normalized/stripped):
προσαποτιμαω
IDX:
27893
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27926
Key:
prosapotima/w

Data

{'content': 'προσαποτιμάω\n fut. ήσω\n to estimate besides, Dem.', 'key': 'prosapotima/w'}