Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προσαξιόω
προσαπαγγέλλω
προσαπαιτέω
προσαπατάω
προσαπειλέω
προσαπερείδομαι
προσαποβάλλω
προσαποδείκνυμι
προσαποδίδωμι
προσαποκρίνομαι
προσαποκτείνω
προσαπόλλυμι
προσαποπέμπω
προσαπορέω
προσαποστέλλω
προσαποστερέω
προσαποτιμάω
προσαποτίνω
προσαποφέρω
προσαπτέος
προσάπτω
View word page
προσαποκτείνω
προσαποκτείνω fut. -κτενῶ to kill besides, Xen.

ShortDef

to kill besides

Debugging

Headword:
προσαποκτείνω
Headword (normalized):
προσαποκτείνω
Headword (normalized/stripped):
προσαποκτεινω
IDX:
27887
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27920
Key:
prosapoktei/nw

Data

{'content': 'προσαποκτείνω\n fut. -κτενῶ\n to kill besides, Xen.', 'key': 'prosapoktei/nw'}