Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προπετάννυμι
προπέτεια
προπετής
προπηδάω
προπηλακίζω
προπηλάκισις
προπηλακιστικῶς
προπίνω
προπίπτω
προπιστεύω
προπλέω
πρόπλοος
προποδίζω
προποδών
προποιέω
προπολεμέω
προπόλευμα
προπολεύω
πρόπολος
προπομπεύω
προπομπή
View word page
προπλέω
προπλέω fut. -πλεύσομαι to sail before, Thuc.

ShortDef

to sail before

Debugging

Headword:
προπλέω
Headword (normalized):
προπλέω
Headword (normalized/stripped):
προπλεω
IDX:
27788
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27821
Key:
prople/w

Data

{'content': 'προπλέω\n fut. -πλεύσομαι\n to sail before, Thuc.', 'key': 'prople/w'}