Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προπαραβάλλω
προπαρασκευάζω
προπαρέχω
πρόπας
προπάσχω
προπάτωρ
προπείθω
πρό
προαγγέλλω
πρόπειρα
πρόπεμπτος
προπέμπω
προπέρυσι
προπετάννυμι
προπέτεια
προπετής
προπηδάω
προπηλακίζω
προπηλάκισις
προπηλακιστικῶς
προπίνω
View word page
πρόπεμπτος
πρόπεμπτος πρό-πεμπτος, ον, only in neut. pl. πρόπεμπτα as adv. five days before, on the fifth day, Lex ap. Dem.

ShortDef

five days before, on the fifth day

Debugging

Headword:
πρόπεμπτος
Headword (normalized):
πρόπεμπτος
Headword (normalized/stripped):
προπεμπτος
IDX:
27775
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27808
Key:
pro/pemptos

Data

{'content': 'πρόπεμπτος\n πρό-πεμπτος, ον,\n only in neut. pl. πρόπεμπτα as adv. five days before, on the fifth day, Lex ap. Dem.', 'key': 'pro/pemptos'}