Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προοπτέος
πρόοπτος
προορατός
προοράω
προορίζω
προορμάω
προορχηστήρ
προοφείλω
πρόοψις
προπαγής
προπαιδεία
προπαιδεύω
πρόπαλαι
πρόπαππος
προπάροιθε
πρόπαρ
προπαραβάλλω
προπαρασκευάζω
προπαρέχω
πρόπας
προπάσχω
View word page
προπαιδεία
προπαιδεία προπαιδεία, ἡ, preparatory teaching, Plat. from προπαιδεύω

ShortDef

preparatory teaching

Debugging

Headword:
προπαιδεία
Headword (normalized):
προπαιδεία
Headword (normalized/stripped):
προπαιδεια
IDX:
27759
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27792
Key:
propaidei/a

Data

{'content': 'προπαιδεία\n προπαιδεία, ἡ,\n preparatory teaching, Plat.\n from προπαιδεύω', 'key': 'propaidei/a'}