Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προνώπια
προξενία
πρόξενος
προοδεύω
προοδοιπορέω
προοδοποιέω
πρόξ
προξενέω
πρόοδος
πρόοδος2
πρόοιδα
προοικοδομέω
προοιμιάζομαι
προοίμιον
προοίχομαι
προόμνυμι
προομολογέω
προοπτέος
πρόοπτος
προορατός
προοράω
View word page
πρόοιδα
πρόοιδα cf. προεῖδον inf. -ειδέναι part. -ειδώς plup. -οῄδη, -ῄδειν fut. -είσομαι to know beforehand, Hdt., Attic

ShortDef

to know beforehand

Debugging

Headword:
πρόοιδα
Headword (normalized):
πρόοιδα
Headword (normalized/stripped):
προοιδα
IDX:
27742
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27775
Key:
pro/oida

Data

{'content': 'πρόοιδα\n cf. προεῖδον\n inf. -ειδέναι\n part. -ειδώς\n plup. -οῄδη, -ῄδειν\n fut. -είσομαι\n to know beforehand, Hdt., Attic', 'key': 'pro/oida'}