Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
προνικάω
προνοέω
προνοητέος
προνοητικός
πρόνοια
προνομαία
προνομεύω
προνομή
προνομία
προνόμιον
πρόνοος
προνωπής
προνώπια
προξενία
πρόξενος
προοδεύω
προοδοιπορέω
προοδοποιέω
πρόξ
προξενέω
πρόοδος
View word page
πρόνοος
πρόνοος πρό-νους, ουν, = προμηθής careful, Hdt.:—comp. προνούστερος, Soph.
ShortDef
careful, prudent
Pronous
Debugging
Headword:
πρόνοος
Headword (normalized):
πρόνοος
Headword (normalized/stripped):
προνοος
IDX:
27730
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27763
Key:
pro/nous
Data
{'content': 'πρόνοος\n πρό-νους, ουν,\n = προμηθής\n careful, Hdt.:—comp. προνούστερος, Soph.', 'key': 'pro/nous'}