Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
προμετωπίδιος
Προμήθεια
προμηθέομαι
προμήθεια
Προμήθειος
Προμηθεύς
προμηθής
προμηθικῶς
προμήκης
προμηνύω
προμήτωρ
προμηχανάομαι
προμίγνυμι
προμισθόομαι
προμνάομαι
προμνηστεύομαι
προμνηστῖνοι
προμνήστρια
πρόμοιρος
προμολή
πρόμος
View word page
προμήτωρ
προμήτωρ προ-μήτωρ, Doric προ-μά_τωρ, [ᾱ], ορος, ἡ, first mother of a race, formed like προπάτωρ, Aesch., Eur.
ShortDef
first mother
Debugging
Headword:
προμήτωρ
Headword (normalized):
προμήτωρ
Headword (normalized/stripped):
προμητωρ
IDX:
27703
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27736
Key:
promh/twr
Data
{'content': 'προμήτωρ\n προ-μήτωρ, Doric προ-μά_τωρ, [ᾱ], ορος, ἡ,\n first mother of a race, formed like προπάτωρ, Aesch., Eur.', 'key': 'promh/twr'}