Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πρόκοιτος
προκολάζω
προκολακεύω
προκόλπιον
προκομίζω
προκόμιον
προκοπή
προκόπτω
πρόκριμα
προκρίνω
πρόκριτος
πρόκροσσοι
προκυλινδέομαι
προκυλίνδομαι
προκύπτω
προκυρόομαι
Προκύων
προκώμιον
πρόκωπος
προλάζυμαι
προλαλέω
View word page
πρόκριτος
πρόκριτος from προκρί_νω πρόκρῐτος, ον, chosen before others, select, Plat.
ShortDef
chosen before others, select
Debugging
Headword:
πρόκριτος
Headword (normalized):
πρόκριτος
Headword (normalized/stripped):
προκριτος
IDX:
27656
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27688
Key:
pro/kritos
Data
{'content': 'πρόκριτος\n from προκρί_νω\n πρόκρῐτος, ον,\n chosen before others, select, Plat.', 'key': 'pro/kritos'}