Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προθέω
προθέω
προθνῄσκω
πρόθρονος
προθρυλέω
προθρῴσκω
πρόθυμα
προθυμέομαι
προθυμητέος
προθυμία
πρόθυμος
προθύραιος
πρόθυρον
προθύω
προϊάλλω
προϊάπτω
προΐζομαι
προΐημι
προίκιος
προΐκτης
προίξ
View word page
πρόθυμος
πρόθυμος πρό-θῡμος, ον, ready, willing, eager, zealous, π. εἰμι, c. inf., = προθυμέομαι, Hdt., Attic c. gen. rei, eager for, Soph., Thuc. with Preps., πρ. εἴς τι Ar., Thuc., etc.; ἐπί τι, πρός τι Xen. absol., Hdt., etc.:— τὸ πρόθυμον προθυμία, Eur. bearing good-will, wishing well, Soph., Eur., etc. adv. -μως, readily, zealously, actively, Hdt., etc.; πρ. μᾶλλον ἢ φίλως with more zeal than kindness, Aesch.:—comp. -ότερον, Thuc., etc.:—Sup. -ότατα, Hdt., etc.

ShortDef

ready, willing, eager, zealous

Debugging

Headword:
πρόθυμος
Headword (normalized):
πρόθυμος
Headword (normalized/stripped):
προθυμος
IDX:
27569
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27601
Key:
pro/qumos

Data

{'content': 'πρόθυμος\n πρό-θῡμος, ον,\n ready, willing, eager, zealous, π. εἰμι, c. inf., = προθυμέομαι, Hdt., Attic\n c. gen. rei, eager for, Soph., Thuc.\n with Preps., πρ. εἴς τι Ar., Thuc., etc.; ἐπί τι, πρός τι Xen.\n absol., Hdt., etc.:— τὸ πρόθυμον προθυμία, Eur.\n bearing good-will, wishing well, Soph., Eur., etc.\n adv. -μως, readily, zealously, actively, Hdt., etc.; πρ. μᾶλλον ἢ φίλως with more zeal than kindness, Aesch.:—comp. -ότερον, Thuc., etc.:—Sup. -ότατα, Hdt., etc.', 'key': 'pro/qumos'}