Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

προηγητής
προηγορέω
προηγορία
προήγορος
προηγουμένως
προήδομαι
προήκης
προήκω
προησσάω
προθαλής
προθέλυμνος
προθεραπεύω
πρόθεσις
προθέσμιος
προθεσπίζω
προθέω
προθέω
προθνῄσκω
πρόθρονος
προθρυλέω
προθρῴσκω
View word page
προθέλυμνος
προθέλυμνος προ-θέλυμνος, ον, θέλυμνον from the foundations or roots, προθελύμνους ἕλκετο χαίτας he tore his hair out by the roots, Il.; προθέλυμνα χαμαὶ βάλε δένδρεα he threw to earth trees uprooted, Il.; ἐφόρει τὰς δρῦς προθελύμνους Ar. σάκος σάκεϊ προθελύμνῳ φράξαντες fixing shield on shield close-pressed, — where θέλυμνα are the several shields, each overlapping its neighbour, Hom.

ShortDef

from the foundations

Debugging

Headword:
προθέλυμνος
Headword (normalized):
προθέλυμνος
Headword (normalized/stripped):
προθελυμνος
IDX:
27554
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27586
Key:
proqe/lumnos

Data

{'content': 'προθέλυμνος\n προ-θέλυμνος, ον,\n θέλυμνον\n from the foundations or roots, προθελύμνους ἕλκετο χαίτας he tore his hair out by the roots, Il.; προθέλυμνα χαμαὶ βάλε δένδρεα he threw to earth trees uprooted, Il.; ἐφόρει τὰς δρῦς προθελύμνους Ar.\n σάκος σάκεϊ προθελύμνῳ φράξαντες fixing shield on shield close-pressed, — where θέλυμνα are the several shields, each overlapping its neighbour, Hom.', 'key': 'proqe/lumnos'}