Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πρόειμι
πρόειμι
προεῖπον
προεισάγω
προεισέρχομαι
προεισπέμπω
προεισφέρω
προεισφορά
προεκδέχομαι
προέκθεσις
προεκθέω
προεκκομίζω
προεκλέγω
προεκπέμπω
προεκπλέω
προεκπλήσσω
προέκπτωσις
προεκτίθημι
προεκτρέχω
προεκφοβέω
προεκφόβησις
View word page
προεκθέω
προεκθέω fut. -θεύσομαι to run out before, sally from the ranks, rush on, Thuc.
ShortDef
to run out before, sally from the ranks, rush on
Debugging
Headword:
προεκθέω
Headword (normalized):
προεκθέω
Headword (normalized/stripped):
προεκθεω
IDX:
27476
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27508
Key:
proekqe/w
Data
{'content': 'προεκθέω\n fut. -θεύσομαι\n to run out before, sally from the ranks, rush on, Thuc.', 'key': 'proekqe/w'}