Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀνεπίδικος
ἀνεπιείκεια
ἀνεπιεικής
ἀνεπίκλητος
ἀνεπίληπτος
ἀνεπίμικτος
ἀνεπίξεστος
ἀνεπίπλεκτος
ἀνεπίρρεκτος
ἀνεπίσκεπτος
ἀνεπιστημοσύνη
ἀνεπιστήμων
ἀνεπίτακτος
ἀνεπιτήδειος
ἀνεπιτήδευτος
ἀνεπιτίμητος
ἀνεπίφθονος
ἀνέραμαι
ἀνέραστος
ἀνέργαστος
ἄνεργος
View word page
ἀνεπιστημοσύνη
ἀνεπιστημοσύνη From ἀνεπιστήμων want of knowledge, ignorance, unskilfulness, Thuc.
ShortDef
want of knowledge, ignorance, unskilfulness
Debugging
Headword:
ἀνεπιστημοσύνη
Headword (normalized):
ἀνεπιστημοσύνη
Headword (normalized/stripped):
ανεπιστημοσυνη
IDX:
2748
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2749
Key:
a)nepisthmosu/nh
Data
{'content': 'ἀνεπιστημοσύνη\n From ἀνεπιστήμων\n want of knowledge, ignorance, unskilfulness, Thuc.', 'key': 'a)nepisthmosu/nh'}