Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
προδιαχωρέω
προδιδάσκω
προδίδωμι
προδιεξέρχομαι
προδιεργάζομαι
προδιερευνάω
προδιερευνητής
προδιέρχομαι
προδιηγέομαι
προδιήγησις
πρόδικος
προδιοικέω
προδιομολογέομαι
προδιώκω
προδοκέω
προδοκή
πρόδομος
πρόδομος2
προδοξάζω
προδοσία
πρόδοσις
View word page
πρόδικος
πρόδικος πρό-δῐκος, ὁ, δίκη an advocate, defender, avenger, Aesch. at Sparta, a young kingʼs guardian, Xen.: regent, Plut.
ShortDef
an advocate, defender, avenger
Prodicus
Debugging
Headword:
πρόδικος
Headword (normalized):
πρόδικος
Headword (normalized/stripped):
προδικος
IDX:
27439
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27471
Key:
pro/dikos
Data
{'content': 'πρόδικος\n πρό-δῐκος, ὁ,\n δίκη\n an advocate, defender, avenger, Aesch.\n at Sparta, a young kingʼs guardian, Xen.: regent, Plut.', 'key': 'pro/dikos'}