Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
προδέρκομαι
πρόδηλος
προδηλόω
προδήλωσις
προδιαβαίνω
προδιαβάλλω
προδιαγιγνώσκω
προδιαίτησις
προδιαλέγομαι
προδιασύρω
προδιαφθείρω
προδιαχωρέω
προδιδάσκω
προδίδωμι
προδιεξέρχομαι
προδιεργάζομαι
προδιερευνάω
προδιερευνητής
προδιέρχομαι
προδιηγέομαι
προδιήγησις
View word page
προδιαφθείρω
προδιαφθείρω fut. -φθερῶ to ruin beforehand, Isocr.: to bribe beforehand, Dem.:—Pass., Thuc.
ShortDef
to ruin beforehand
Debugging
Headword:
προδιαφθείρω
Headword (normalized):
προδιαφθείρω
Headword (normalized/stripped):
προδιαφθειρω
IDX:
27428
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27460
Key:
prodiafqei/rw
Data
{'content': 'προδιαφθείρω\n fut. -φθερῶ\n to ruin beforehand, Isocr.: to bribe beforehand, Dem.:—Pass., Thuc.', 'key': 'prodiafqei/rw'}