Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
προβοάω
προβοηθέω
προβόλαιος
προβολή
προβόλιον
πρόβολος
προβοσκίς
προβοσκός
προβούλευμα
προβουλεύω
προβουλή
προβουλόπαις
πρόβουλος
προβύω
προβώμιος
προγαργαλίζω
προγαστρίδιον
προγάστωρ
προγένειος
προγενής
προγεννήτωρ
View word page
προβουλή
προβουλή , ἡ, forethought, ἐκ προβουλῆς of malice aforethought, Antipho.
ShortDef
forethought
Debugging
Headword:
προβουλή
Headword (normalized):
προβουλή
Headword (normalized/stripped):
προβουλη
IDX:
27391
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27423
Key:
probou/lh
Data
{'content': 'προβουλή\n , ἡ,\n forethought, ἐκ προβουλῆς of malice aforethought, Antipho.', 'key': 'probou/lh'}