Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
προαπολείπω
προαπόλλυμι
προαποπέμπω
προαποστέλλω
προαποσφάζω
προαποτρέπομαι
προαποφαίνω
προαποχωρέω
προαρπάζω
προασκέω
προάστειον
προάστιον
προαυδάω
προαυλέω
προαύλιον
προαφηγέομαι
προαφικνέομαι
προαφίσταμαι
προβάδην
προβαίνω
προβακχήϊος
View word page
προάστειον
προάστειον προ-άστειον, Ionic -ήιον, ου, τό, the space immediately in front of or round a town, a suburb, Hdt., Thuc., etc.
ShortDef
the space immediately in front of or round a town, a suburb
Debugging
Headword:
προάστειον
Headword (normalized):
προάστειον
Headword (normalized/stripped):
προαστειον
IDX:
27348
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27380
Key:
proa/steion
Data
{'content': 'προάστειον\n προ-άστειον, Ionic -ήιον, ου, τό,\n the space immediately in front of or round a town, a suburb, Hdt., Thuc., etc.', 'key': 'proa/steion'}