Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
προαναισιμόω
προανακινέω
προανακρίνω
προαναλίσκω
προαναρπάζω
προαναστέλλω
προαναφωνέω
προαναχώρησις
προανύτω
προαπαγορεύω
προαπαντάω
προάπειμι
προαπεῖπον
προαπέρχομαι
προαπεχθάνομαι
προαποδείκνυμι
προαποθνῄσκω
προαποθρηνέω
προαποκάμνω
προαποκληρόομαι
προαποκτείνω
View word page
προαπαντάω
προαπαντάω fut. ήσω to go forth to meet, Thuc. to meet beforehand, Thuc.
ShortDef
to go forth to meet
Debugging
Headword:
προαπαντάω
Headword (normalized):
προαπαντάω
Headword (normalized/stripped):
προαπανταω
IDX:
27326
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27358
Key:
proapanta/w
Data
{'content': 'προαπαντάω\n fut. ήσω\n to go forth to meet, Thuc.\n to meet beforehand, Thuc.', 'key': 'proapanta/w'}