Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀνεξέργαστος
ἀνεξέταστος
ἀνεξεύρετος
ἀνεξίκακος
ἀνεξιχνίαστος
ἀνέξοδος
ἀνέορτος
ἀνεπαίσθητος
ἀνεπαίσχυντος
ἀνέπαφος
ἀνεπαφρόδιτος
ἀνεπαχθής
ἀνεπιβούλευτος
ἀνεπίγραφος
ἀνεπίδικος
ἀνεπιείκεια
ἀνεπιεικής
ἀνεπίκλητος
ἀνεπίληπτος
ἀνεπίμικτος
ἀνεπίξεστος
View word page
ἀνεπαφρόδιτος
ἀνεπαφρόδιτος = ἀναφρόδιτος

ShortDef

without Ἀφροδίτη, not enjoying her favours

Debugging

Headword:
ἀνεπαφρόδιτος
Headword (normalized):
ἀνεπαφρόδιτος
Headword (normalized/stripped):
ανεπαφροδιτος
IDX:
2734
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2735
Key:
a)nepafro/ditos

Data

{'content': 'ἀνεπαφρόδιτος\n = ἀναφρόδιτος', 'key': 'a)nepafro/ditos'}