Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πρέσβις
πρέσβιστος
πρέσβος
πρεσβυγένεια
πρεσβυγενής
πρέσβυς
πρεσβυτέριον
πρεσβύτης
πρεσβυτικός
πρεσβῦτις
πρευμένεια
πρευμενής
πρεών
πρηγορεών
πρήθω
πρημαίνω
πρηνής
πρηνίζω
πρηστήρ
πρηών
πρίασθαι
View word page
πρευμένεια
πρευμένεια πρευμένεια, ἡ, gentleness of temper, graciousness, Eur.
ShortDef
gentleness of temper, graciousness
Debugging
Headword:
πρευμένεια
Headword (normalized):
πρευμένεια
Headword (normalized/stripped):
πρευμενεια
IDX:
27257
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27289
Key:
preume/neia
Data
{'content': 'πρευμένεια\n πρευμένεια, ἡ,\n gentleness of temper, graciousness, Eur.', 'key': 'preume/neia'}