Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πρέπω
πρέσβα
πρεσβεία
πρεσβεῖον
πρέσβειρα
πρέσβευμα
πρέσβευσις
πρεσβευτής
πρεσβεύω
πρεσβηΐς
πρέσβις
πρέσβιστος
πρέσβος
πρεσβυγένεια
πρεσβυγενής
πρέσβυς
πρεσβυτέριον
πρεσβύτης
πρεσβυτικός
πρεσβῦτις
πρευμένεια
View word page
πρέσβις
πρέσβις πρέσβις, ιος, ἡ, poetic for πρεσβεία age, κατὰ πρέσβιν according to age, Hhymn., Plat.

ShortDef

old age; old woman
age

Debugging

Headword:
πρέσβις
Headword (normalized):
πρέσβις
Headword (normalized/stripped):
πρεσβις
IDX:
27247
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27279
Key:
pre/sbis2

Data

{'content': 'πρέσβις\n πρέσβις, ιος, ἡ,\n poetic for πρεσβεία\n age, κατὰ πρέσβιν according to age, Hhymn., Plat.', 'key': 'pre/sbis2'}